Μάλιστα, όπως γράφει σήμερα το «Έθνος», η ιστορία των κουμπάρων που ήθελαν να παντρευτούν με ορθόδοξο γάμο, απασχόλησε και την Ιερά Σύνοδο, η οποία, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Συνοδικής Επιτροπής επί των δογματικών και νομοκανονικών ζητημάτων, αποφάσισε στις αρχές Μαρτίου ότι «κωλύεται ο γάμος μεταξύ του ζευγαριού εκ Ρόδου, ένεκεν πνευματικής συγγένειας δευτέρου βαθμού, ήτοι γάμου μεταξύ αναδόχου και μητρός αναδεκτού».
Πάντως, η περίπτωση του ζευγαριού από τη Ρόδο δεν είναι ειδική καθώς προβλέπεται για όλα τα ζευγάρια που τυγχάνει να είναι ταυτόχρονα και κουμπάροι. Ειδικότερα, αναφέρεται στις προϋποθέσεις του καταστατικού περί «τελέσεως θρησκευτικού Γάμου» της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Συγκεκριμένα η σχετική διάταξη προβλέπει: «Κωλύεται ο γάμος μεταξύ του (της) αναδόχου (νονού) και του (της) βαπτισθέντος ή των γονέων του και τανάπαλιν. Πνευματικοί αδελφοί δε λογίζονται, εκείνοι, οι οποίοι έχουν κοινό ανάδοχο, και επιτρέπεται η τέλεση θρησκευτικού γάμου στις περιπτώσεις αυτές. (ΝΓ΄ της Πενθέκτης)».
Έτσι, μετά το κώλυμα να παντρευτούν αλλόθρησκοι, πολύγαμοι (επιτρέπονται έως τρεις γάμοι), συγγενείς εξ αγχιστείας, απαγορεύεται και στους κουμπάρους στην περίπτωση που ο ένας εκ των δύο έχει βαπτίσει παιδί του δεύτερου. Ωστόσο επιτρέπει τον θρησκευτικό γάμο σε όσους έχουν βαπτιστεί από τον ίδιο νονό, παρά το γεγονός ότι η Εκκλησία τούς θεωρεί πνευματικά αδέλφια.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι δεν είναι λίγοι οι ιερείς που θεωρούν αναχρονιστική την αντίληψη της Εκκλησίας, στην περίπτωση βέβαια που δεν υπάρχει συγγένεια εξ αίματος. Υπάρχει όμως και η άλλη αντίληψη, που είναι η επικρατέστερη και η οποία συντάσσεται πλήρως με το καταστατικό και τις προϋποθέσεις τελέσεως θρησκευτικού γάμου και δεν δίνει την ευλογία της σε κουμπάρους. Φυσικά με την προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο γίνεται αντιληπτό…