«Για εμάς είναι πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο αυτό ολιστικά και όχι αποσπασματικά», τονίζει ο κ. Καββαθάς.
Παναγιώτης Προύτζος: Από τους 2.000 εργαζομένους στον τουρισμό στην Πάργα, μόνοι οι 700 είναι ασφαλισμένοι
«Τα ποσοστά της αδήλωτης εργασίας στον κλάδο, είναι πολύ μεγαλύτερα από τα επίσημα στοιχεία», υποστηρίζει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργατών Επισιτισμού και Υπαλλήλων Τουριστικών Επαγγελμάτων, Παναγιώτης Προύτζος, και αναφέρει σαν παράδειγμα τα αποτελέσματα των ελέγχων του περασμένου καλοκαιριού στην Πάργα όπου, όπως υποστηρίζει, «από τους 2.000 εργαζομένους που απασχολούνταν στον κλάδο κατά την τουριστική περίοδο, μόνον οι 700 βρέθηκαν ασφαλισμένοι».
Η αδήλωτη εργασία δεν είναι, σύμφωνα με τον κ. Πάντζο, το μοναδικό πρόβλημα του κλάδου. «Η ομοσπονδία δέχεται πολλές καταγγελίες για απλήρωτες αποδοχές, ακόμη και για περιπτώσεις εξαναγκασμού σε υπογραφή εκκαθαριστικών μισθοδοσίας χωρίς να έχουν εξοφληθεί και αυτό παρά τις οικονομικές επιδόσεις του κλάδου, ιδιαίτερα την περυσινή χρονιά».
Ο πρόεδρος της ομοσπονδίας υποστηρίζει επίσης ότι πολλοί εργοδότες, προκειμένου να αποφύγουν την επιβολή των υψηλών προστίμων για την αδήλωτη εργασία, δηλώνουν πλασματικές συμβάσεις και πλασματικές αποδοχές, ενώ καταβάλλουν τη διαφορά σε «μαύρα» χρήματα.
Ο πρόεδρος των ξενοδόχων παραδέχεται από την πλευρά του ότι υπάρχει πρόβλημα απλήρωτων αποδοχών. Το αποδίδει όμως στα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι ξενοδοχειακές μονάδες. Προβλήματα που οφείλονται στην υπερφορολόγηση, την αθέτηση των υποχρεώσεων του δημοσίου, στους μειωμένους τζίρους, στα αυξανόμενα λειτουργικά κόστη στα ξενοδοχεία, στη δραματική μείωση των προκαταβολών των tour operators.
«Επιπρόσθετα, η στρόφιγγα παροχής ρευστότητας των τραπεζών προς τις επιχειρήσεις παραμένει ερμητικά κλειστή ενώ και στις λίγες περιπτώσεις που δίνονται χορηγήσεις, το κόστος χρήματος είναι εξαιρετικά υψηλό. Όλα αυτά έχουν καταλυτικά συντελέσει, ώστε επιχειρήσεις από όλο το φάσμα του επιχειρείν, να μην μπορούν να ανταποκριθούν εγκαίρως στις υποχρεώσεις προς τους εργαζόμενους. Θλιβερές καταστάσεις με αντιληπτές αρνητικές κοινωνικές συνέπειες. Δυστυχώς», τονίζει ο κ. Ρέτσος.
Σε ό,τι αφορά το ύψος των αμοιβών στον ξενοδοχειακό κλάδο, ο κ. Ρέτσος τονίζει ότι, η κλαδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας της Π.Ο.Ξ. για τους όρους αμοιβής των ξενοδοχοϋπαλλήλων και οι αντίστοιχες τοπικές κλαδικές της Κρήτης και της Ρόδου είναι η μόνες μεγάλες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας σε ισχύ μεταξύ όλων των κλάδων του επιχειρείν.
«Οι εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας που βάζουν κάθε μέρα το τσουκάλι στη φωτιά από την απασχόλησή τους στα ξενοδοχεία της χώρας γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα αν αποτέλεσε ασπίδα η εν λόγω εθνική κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας», σχολίασε ο κ. Ρέτσος.
Αντίθετη είναι η άποψη την οποία εκφράζει ο πρόεδρος της ΠΟΕΕ-ΥΤΕ. Ο κ. Προύτζος, αν και δέχεται ότι η κλαδική συλλογική σύμβαση των ξενοδοχοϋπαλλήλων, αποτελεί «κίνηση προς τη θετική κατεύθυνση», θεωρεί αμφίβολη την καθολική εφαρμογή της αφού, όπως λέει, «στη μεγάλη πλειοψηφία των εποχικών επιχειρήσεων κατά τη διαδικασία της επαναπρόσληψης, συμφωνούνται “κάτω από το τραπέζι” διαφορετικές πρακτικές».
Υποστηρίζει επίσης, ότι η κατάσταση επιδεινώθηκε ειδικά μετά το 2012, οπότε «οι προσλήψεις γίνονται «με δυσμενέστερους όρους και με πλήρη ισοπέδωση της διαπραγματευτικής τους δυνατότητας, με πολλές ώρες εργασίας, ενίοτε χωρίς ρεπό και με κακές αμοιβές».
«Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΙΚΑ, το 2014 ο μέσος μισθός στον ξενοδοχειακό κλάδο υπερέβη τα 1.000 ευρώ. Από το στοιχείο αυτό και μόνο εύκολα μπορεί κανείς να αντιληφθεί πως αυτά δεν ισχύουν», αναφέρει ο κ. Ρέτσος.
«Αν κάποιες επιχειρήσεις έχουν συνάψει επιχειρησιακή σύμβαση – την οποία σημειωτέον συνυπογράφουν εργοδοσία και εργαζόμενοι – τότε είναι εύκολα αντιληπτό πως αυτό δεν συνιστά μια κολάσιμη πράξη. Αν αντιθέτως, κάποιοι εργοδότες παραβαίνουν την εργατική νομοθεσία, κάτι το οποίο πρώτοι καταδικάζουμε, τότε είναι ζήτημα των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους».
«Κακώς συγχέεται η χρήση ευέλικτων μορφών απασχόλησης με την αδήλωτη εργασία», υποστηρίζει και ο κ. Καββαθάς, ενώ προσθέτει:
«Σε κάθε περίπτωση οι απαράδεκτες συμπεριφορές μιας μειοψηφίας επιχειρηματιών δεν πρέπει να στιγματίζουν έναν ολόκληρο κλάδο, ο οποίος μάλιστα είναι από τους ελάχιστους της ελληνικής οικονομίας που έχει επιδείξει ισχυρές αντιστάσεις στην κρίση και έχει προσφέρει στην ενίσχυση της απασχόλησης».
Οι εκπρόσωποι των συνδικάτων στον κλάδο αντιτείνουν, ότι οι αμοιβές περιορίζονται από το γεγονός ότι αρκετές επιχειρήσεις απομακρύνουν το εποχικό προσωπικό, πριν από τη λήξη της τουριστικής περιόδου.
Σε αυτό, ο πρόεδρος των ξενοδόχων και αντιπρόεδρος του ΣΕΤΕ απαντά, ότι δεν θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι, οι εποχικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν ιδιομορφίες στον τρόπο λειτουργίας τους, που οφείλονται στις ιδιαιτερότητες των περιοχών που δραστηριοποιούνται. Οι περιοχές αυτές αποτελούν τουριστικό προορισμό για συγκεκριμένη περίοδο κάθε έτους.
«Η προσπάθεια που καταβάλλουμε για επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και πέραν των τεσσάρων μηνών, από τα μέσα Μαΐου έως τα μέσα Σεπτεμβρίου, η οποία θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για τις τοπικές οικονομίες», αναφέρει ο κ. Ρέτσος.
«Η προσπάθεια αυτή όμως προϋποθέτει, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, να υπάρχει ευελιξία ως προς τον αριθμό των εργαζομένων που θα απασχολούν οι επιχειρήσεις τους φθινοπωρινούς μήνες κατά τους οποίους οι πληρότητες των ξενοδοχείων είναι κατά πολύ μειωμένες. Είναι λογικό να απαιτούμε από μια εποχική ξενοδοχειακή επιχείρηση με πληρότητες της τάξεως του 20% και 30% και σαφώς μειωμένες τιμές εκμίσθωσης των δωματίων της, να διατηρεί το σύνολο του προσωπικού της μέχρι την τελευταία ημέρα που το ξενοδοχείο της παραμένει ανοικτό;» αναρωτιέται.
Ο κ. Ρέτσος προσθέτει, ότι αν μια εποχική επιχείρηση ζημιώνεται από την παράταση της λειτουργίας της τότε θα την διακόψει νωρίτερα, «αποστερώντας ημέρες εργασίας από το σύνολο του προσωπικού και ημέρες “ζωντάνιας” από την οικονομία της περιοχής».
Η τουριστική περίοδος συνεχίζεται το ίδιο και οι έλεγχοι για την αδήλωτη εργασία.
Τον προηγούμενο χρόνο, σύμφωνα με τα στοιχεία του επιχειρησιακού σχεδίου «Άρτεμις», η ανασφάλιστη εργασία ανήλθε, σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, στο 4,56% των εργαζομένων και στο 13,85%, των επιχειρήσεων που ελέγχθηκαν.
Από τον Αύγουστο του 2013, τα πρόστιμα έχουν αυστηροποιηθεί και ανέρχονται στο 18πλάσιο του κατώτατου μισθού, δηλαδή 10.550 ευρώ ανά αδήλωτο εργαζόμενο. Παρόλα αυτά υπάρχει μεγάλος αριθμός εργοδοτών που συνεχίζει να παραβιάζει την εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία.