Ο κόσμος πίνει ολοένα και περισσότερο αλκοόλ. Η μέση, ανά ενήλικα, κατανάλωση παγκοσμίως αυξήθηκε από 5,9 λίτρα καθαρού αλκοόλ το 1990 σε 6,5 λίτρα το 2017 και προβλέπεται να αυξηθεί περαιτέρω σε 7,6 λίτρα έως το 2030, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική μελέτη.
Στην Ελλάδα η κατανάλωση αλκοόλ παραμένει αρκετά πάνω από το μέσο όρο διεθνώς, αλλά ακολουθεί πτωτική τάση, σύμφωνα με τη μελέτη.
Σύμφωνα με τη μελέτη, χρήστης αλκοόλ θεωρείται κάποιος που πίνει έστω και μια φορά το χρόνο, ενώ υπερβολική θεωρείται η κατανάλωση όταν ξεπερνά τα 60 γραμμάρια καθαρού αλκοόλ μέσα σε μια μέρα.
Ένα λίτρο καθαρού αλκοόλ αντιστοιχεί σε 789 γραμμάρια (ποικίλει από χώρα σε χώρα σε πόσα ποτά αντιστοιχεί αυτό). Μια ποσότητα 6,5 λίτρων καθαρού αλκοόλ (όση ήταν η μέση ετήσια κατανάλωση ανά κεφαλή το 2018) αντιστοιχεί σε περίπου ένα «στάνταρντ» ποτό τη μέρα, το οποίο περιέχει 12 γραμμάρια καθαρού αλκοόλ. Αυτό χονδρικά αντιστοιχεί σε μια μικρή μπίρα των 330 ml ανά ενήλικο τη μέρα.
Το 1990 ο μέσος ενήλικας στην Ελλάδα έπινε 12,3 λίτρα καθαρού αλκοόλ, το 2017 η κατανάλωση του είχε πέσει σε 10,4 λίτρα (έναντι 6,5 λίτρων παγκοσμίως), ενώ το 2030 προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω σε 8,5 λίτρα (έναντι 7,6 λίτρων παγκοσμίως).
Οι Έλληνες -όπως και στις άλλες χώρες- πίνουν συστηματικά περισσότερο από τις Ελληνίδες, περίπου τριπλάσια ποσότητα κάθε χρόνο…
Διαβάστε περισσότερα εδώ: newsbeast.gr