Ένας συντάκτης του Ratpack εξηγεί γιατί με την «απραξία» καταλήγεις να κάνεις πολλά περισσότερα.
Υπάρχουν εκείνες οι μέρες που θέλεις να κατεβάσεις στόρια. Που η οποιαδήποτε σκέψη πάνω στον τομέα εργασίας σου ή των σπουδών σου, σου προκαλεί αδιανόητη βαρεμάρα και υπνηλία. Που θα ήθελες να αράξεις στον καναπέ, να κλείσεις το κινητό και να μην κάνεις απολύτως τίποτα. Τίποτα όμως. Να περιφέρεσαι μέσα στο σπίτι σου και η πιο μακρινή διαδρομή που θα κληθείς να κάνεις να είναι μέχρι το μίνι-μάρκετ της γειτονιάς και να σιχτιρίζεις από μέσα σου ποιος διάλος σε έβαλε σε αυτή τη δοκιμασία.
Όλοι το έχουμε αισθανθεί και όλοι θα θέλαμε να μπορούσαμε να φύγουμε επί τόπου από την δουλειά και να βάλουμε πλώρη για τον καναπέ. Γιατί κάποιες μέρες απλά δεν την παλεύεις.
Και το να κατεβάζεις ρολα, σε αντίθεση με το τι πιστεύει ο μέσος στενόμυαλος άνθρωπος, δεν έχει καμία σχέση με την τεμπελιά. Ακόμη και ο Βούδας, πίστευε πως η έννοια του «να κάνεις κάτι αναγκαστικά» ήταν μία καταδικασμένη ανθρώπινη κίνηση, ένας εθισμός, τον οποίο αρνούμασταν να αναγνωρίσουμε επειδή η κοινωνία μας είχε μάθει να κυνηγάμε τον έπαινο. Κάτι πάει στραβά λοιπόν.
Διαβάστε περισσότερα εδώ: ratpack.gr